του Γιώργου Καζολέα, δικηγόρου
Η Διοίκηση έχει υποχρέωση να απαντάει επί των αιτημάτων των
πολιτών εντός τριάντα (30) ημερών από την υποβολή του αιτήματος. Τη σχετική
υποχρέωση προβλέπει τόσο το Σύνταγμα της Δημοκρατίας όσο και ο Νόμος περί των
Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου του 1999. Το δικαίωμα αναφοράς παρέχεται
ανεξαιρέτως σε κάθε πρόσωπο που ζει στη Δημοκρατία, είτε φυσικό είτε νομικό και
καλύπτει την υποβολή παραπόνου ή αιτήματος για να προβεί η διοίκηση σε
διοικητική ενέργεια ή για την ανάκληση ή τροποποίηση πράξης που έχει ήδη
εκδοθεί ή για την αποτροπή ή επανόρθωση ηθικής ή υλικής βλάβης. Ακόμα κι αν το
αίτημα έχει υποβληθεί σε αναρμόδια Αρχή, αυτή δεν πρέπει να το απορρίψει, αλλά
να το διαβιβάσει στην αρμόδια Αρχή.
Από την καθημερινή πρακτική είναι προφανές ότι στη
συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων η υποχρέωση τήρησης της προθεσμίας των
30 ημερών εντός της οποίας καλείται η Διοίκηση να απαντήσει, αποτελεί κενό
γράμμα του νόμου. Συνήθως ο πολίτης πρέπει να περιμένει πολλούς μήνες για να
λάβει απάντηση ενώ πολλές είναι οι περιπτώσεις που δεν λαμβάνει ποτέ καμία
απάντηση.
Ο Νομοθέτης έσπευσε να περιορίσει την δεσμευτικότητα των 30
ημερών μέσω του άρθρου 35 του Νόμου περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου,
σύμφωνα με το οποίο, η υποχρέωση για απάντηση εντός της 30ήμερης προθεσμίας
υπάρχει, όταν η λήψη της απόφασης μέσα στην προθεσμία αυτή είναι εφικτή,
λαμβανομένων υπόψη όλων των περιστατικών κάθε υπόθεσης. Ωστόσο, η
Διοίκηση οφείλει σε όλες τις περιπτώσεις να δίνει εγγράφως μέσα στην προθεσμία
των τριάντα ημερών πληροφορίες για την πορεία της υπόθεσης, υποχρέωση που
πολλοί διοικούμενοι αγνοούν και για το λόγο αυτό δεν αξιώνουν την εφαρμογή της.
Όπως έχει κριθεί από τη Νομολογία, «συνιστά κοινή θέση… ότι
οι πρόνοιες του άρθρου 29 του Συντάγματος…εναποθέτουν στους ώμους της διοίκησης
την υποχρέωση και αυτό για σκοπούς περιφρούρησης του αναφαίρετου δικαιώματος
του πολίτη να απευθύνεται στις αρχές, να επιλαμβάνεται και να αποφασίζει χωρίς
καθυστέρηση επί του αιτήματος του πολίτη, τη δε αιτιολογημένη απόφαση της να
κοινοποιεί στον πολίτη σε διάστημα που δεν θα υπερβαίνει, σύμφωνα με τις
πρόνοιες του άρθρου, τις 30 μέρες (βλ. Christoforou and other v.
Municipal Committee of Ayios Dhometios and another (1983) 3 C.L.R. 1464). Σύμφωνα
πάντα με τη νομολογία, η απόφαση της διοίκησης θα πρέπει να συνιστά απάντηση
στο αίτημα που της υποβλήθηκε, διαφορετικά ο αιτητής έχει το δικαίωμα να την
απορρίψει και να επιμένει στο δικαίωμα του το αίτημα του να τύχει απάντησης (βλ. Σ.
Γιωργαλλής και άλλος ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1585).
(Αρχιαστυφυλακας …, ν. 1. Αρχηγου αστυνομιας, 2. Υπουργου
Δικαιοσυνης και Δημοσιας Ταξεως, αρ.1129/2010.)
Σημειώνεται ότι σύμφωνα με τη νομοθεσία, η υποχρέωση της
αρμόδιας διοικητικής Αρχής, σύμφωνα με το Άρθρο 29 του Συντάγματος, εξακολουθεί
να υφίσταται, έστω και αν για το ίδιο θέμα έχει ασκηθεί προσφυγή στο Ανώτατο
Δικαστήριο, σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.
Στις περιπτώσεις που η Διοίκηση δεν απαντά καθόλου στο
υποβληθέν αίτημα, η παράλειψη απάντησης μετά την πάροδο των 30 ημερών
ισοδυναμεί με αρνητική απάντηση επί του αιτήματος, η οποία μπορεί να προσβληθεί
με προσφυγή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Εφόσον ο διοικούμενος είναι σε θέση να αποδείξει ότι από την
παράλειψη απάντησης στο αίτημά του από τη Διοίκηση, η οποία παράλειψη ακυρώθηκε
από το Δικαστήριο κατόπιν προσφυγής του, ο ίδιος υπέστη βλάβη, δικαιούται να
ζητήσει δίκαιη και εύλογη αποζημίωση σύμφωνα με το άρθρο 146 παράγραφος 6 του
Συντάγματος.
Και αυτή δεν είναι μια σπάνια περίπτωση καθώς η υπέρμετρη
και αδικαιολόγητη κωλυσιεργία και καθυστέρηση των κρατικών οργάνων και
υπηρεσιών να αποφανθούν επί των αιτημάτων των πολιτών, έχει πολλαπλές
επιπτώσεις που μπορούν να αφορούν σε απώλεια δικαιωμάτων, επιπλέον δαπάνες και
διαφυγόντα κέρδη.
Σχόλια