Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Επιλεγμένα

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΖΟΛΕΑΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ

O Γιώργος Καζολέας είναι Δικηγόρος στην Κύπρο και στην Ελλάδα, μέλος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου και του Δικηγορικού Συλλόγου Λευκωσίας καθώς και του Δικηγορικού Συλλόγου Πατρών και Πιστοποιημένος Διαμεσολαβητής, εγγεγραμμένος στο Μητρώο Διαμεσολαβητών του Υπουργείου Δικαιοσύνης & Δημόσιας Τάξης της Κύπρου. Με εμπειρία στη μάχιμη δικηγορία από το 2005, παρέχει  δικαστικές και συμβουλευτικές υπηρεσίες στους τομείς του Αστικού και Διοικητικού Δικαίου. Ειδικεύεται κυρίως σε υποθέσεις Εμπορικού και Τραπεζικού Δικαίου, Δικαίου Προστασίας των Καταναλωτών, Δικαίου Συμβάσεων, Δικαίου Αναγκαστικής Εκτέλεσης, Δημοσιοϋπαλληλικού, Κοινωνικοασφαλιστικού, Δημόσιους Διαγωνισμούς και Μεταναστευτικού Δικαίου, καθώς επίσης και στο Δίκαιο των Ακινήτων, Δίκαιο Μισθώσεων, Δίκαιο του Διαδικτύου, Δίκαιο Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, Δίκαιο Σημάτων και Ιατρικό Δίκαιο. Μιλάει άπταιστα Αγγλικά και Γερμανικά. Από το 2005 στην Ελλάδα και από το 2016 και στην Κύπρο ο Γιώργος Καζολέα...

Μετατροπή καταψηφιστικής αγωγής σε αναγνωριστική. Πότε οφείλεται δικαστικό ένσημο

Πολ.Πρωτ.Αθηνών 3110/2015: Οι αγωγές που ασκήθηκαν ως καταψηφιστικές πριν από την έναρξη ισχύος του ν. 3994/2011 (πριν από τις 25.7.2011) αλλά στη συνέχεια τράπηκαν σε αναγνωριστικές υπόκεινται σε υποχρέωση καταβολής δικαστικού ενσήμου. Κρίσιμος χρόνος δεν είναι ο χρόνος άσκησής τους, αλλά ο χρόνος τροπής του αιτήματός τους από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό. Πλασματική ερημοδικία. Σε περίπτωση μη προκαταβολής τέλους δικαστικού ενσήμου, ο ενάγων θεωρείται ότι δεν εμφανίστηκε κατά τη συζήτηση και το δικαστήριο, εφόσον η συζήτηση γίνεται με δική του επιμέλεια. Απορρίπτει την αγωγή, για ουσιαστικούς λόγους, με αποτέλεσμα, αν δεν θεραπευτεί με την καταβολή του δικαστικού ενσήμου κατά τη συζήτηση εφέσεως,
να επέρχεται ουσιαστικό δεδικασμένο.
«…Η ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου φερόμενη προς συζήτηση υπό κρίση αγωγή δεν μπορεί να εξεταστεί ούτε ως προς το παραδεκτό ούτε ως προς τη νομική και ουσιαστική της βασιμότητα, διότι, μολονότι ο ενάγων κλήθηκε, κατ' άρθρο 227 ΚΠολΔ, να προσκομίσει το αναλογούν τέλος δικαστικού ενσήμου (βλ. τη σχετική συνημμένη στο εσωτερικό του φακέλου της δικογραφίας σημείωση της γραμματέως), δεν το έφερε εντός της ταχθείσης προθεσμίας, με συνέπεια να λογίζεται ότι δικάστηκε ερήμην (ΕφΑΘ. 93/2010, Δ/ΝΗ 2011, 1068). Σε σχέση δε με την υποχρέωση καταβολής δικαστικού ενσήμου στην κρινόμενη υπόθεση λεκτέα είναι τα ακόλουθα: Η υπό κρίση αγωγή κατατέθηκε στη γραμματεία του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών την 7η-3-2008 και επιδόθηκε στον πρώτο εναγόμενο την 24η-3-2008 (βλ. τη με αριθμό 4514/24-3-2008 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών ...) και στη δεύτερη εναγόμενη την 14η-3-2008 (βλ. τη με αριθμό 4502/14-3-2008  δικαστικής επιμελήτριας ...), ενώ, όπως προαναφέρθηκε, το αίτημα της τράπηκε από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό το πρώτον ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, με τις νομίμως κατατεθειμένες σε αυτό προτάσεις και τη σχετική ενώπιον του ακροατηρίου προφορική δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου του ενάγοντος, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά. 
Περαιτέρω, το άρθρο 70 του ν. 3994/2011 αντικατέστησε την παράγραφο 3 του άρθρου 7 του ν. δ. 1544/1942, επιβάλλοντας την υποχρέωση καταβολής δικαστικού ενσήμου και για τις αναγνωριστικές αγωγές. Επιπρόσθετα, στην παρ. 14 του άρθρου 72 του ιδίου ως άνω νόμου (3994/2011) ορίστηκε ότι η παράγραφος 3 του άρθρου 7 του νομοθετικού διατάγματος 1544/1942 εφαρμόζεται στις αγωγές που ασκούνται μετά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, δηλ. επέβαλλε την υποχρέωση καταβολής δικαστικού ενσήμου για τις αναγνωριστικές αγωγές που ασκούνται μετά την έναρξη ισχύος του ν. 3994/2011, ήτοι μετά την 25η-7-2011. Ακολούθως δε, το άρθρο 21 παρ. 2 του ν. 4055/2012 όρισε ότι «η διάταξη της παραγράφου 14 του άρθρου 72 του ν. 3994/2011 έναρξη εφαρμόζεται στις αγωγές που ασκήθηκαν ισχύος αυτού». Η τελευταία αυτή διάταξη του ν. 4055/2012 ερμηνεύεται από το παρόν Δικαστήριο με την έννοια ότι το ζήτημα της υποχρέωσης ή μη καταβολής τέλους δικαστικού ενσήμου, αναφορικά με όσες αγωγές ασκήθηκαν ως καταψηφιστικές πριν την 25η-7-2011 και τράπηκαν ύστερα σε αναγνωριστικές, δεν διέπεται από την παρ. 14 του άρθρου 72 του ν. 3994/2011 αλλά από την παρ. 2 του παραπάνω άρθρου (72) του ν. 3994/2011, που ορίζει ότι οι διαδικαστικές πράξεις των κατά την εισαγωγή του ανωτέρω νόμου εκκρεμών στον πρώτο βαθμό δικών ρυθμίζονται από τις διατάξεις του. 
Συνεπώς, οι αγωγές που ασκήθηκαν μεν ως καταψηφιστικές προ της έναρξης ισχύος του ν. 3994/2011 (δηλ. προ της 25ης - 7 -2011) αλλά τράπηκαν σε αναγνωριστικές ύστερα υπόκεινται σε υποχρέωση καταβολής δικαστικού ενσήμου, διότι κρίσιμος δεν είναι ο χρόνος της άσκησης τους, καθώς το άρθρο 21 παρ. 2 του ν. 4055/20.12 ρητά τις εξαιρεί από το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 72 παρ. 14 του ν. 3994/2011, που εισάγει ως κριτήριο για την υποχρέωση καταβολής ενσήμου το αν η αγωγή ασκήθηκε πριν ή μετά την 25η ο χρόνος τροπής του αιτήματος τους απο καταψηφιστικο σε αναγνωριστικό (σύμφωνη η ΜΠρΑΘ. 3242/2013, δημοσιευθείσα στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών «Ισοκράτης» του ΔΣΑ, contra η ΜΠρΘεσσ. 1427/2014, Αρμ. 2014, 597, και η ΠΠρΑθ. 4285/2012, δημοσιευθείσα στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών «Ισοκράτης» του ΔΣΑ, που έκρινε ότι η διάταξη του άρθρου 7 παρ. 3 του ν. δ. 1544/1992, όπως αυτή διαμορφώθηκε μετά την έναρξη ισχύος του ν. 3994/2011 και δεν εξαιρεί πλέον από την υποχρέωση καταβολής τέλους δικαστικού ενσήμου τις αναγνωριστικές αγωγές, εφαρμόζεται, σύμφωνα με το άρθρο 72 παρ. 14 του ίδιου νόμου, στις αγωγές που ασκούνται μετά την έναρξη ισχύος του (25 - 7 - 2011) και δεν καταλαμβάνει εκείνες που ασκήθηκαν προηγουμένως, ακόμη και εάν ασκήθηκαν ως καταψηφιστικές και κατά την εκδίκαση τους, υπό την ισχύ του ανωτέρω νόμου, τράπηκαν σε αναγνωριστικές). 
Εξάλλου, όταν ο ενάγων παραλείψει να προκαταβάλει το τέλος δικαστικού ενσήμου, που απαιτείται για το αντικείμενο της αγωγής του, θεωρείται ότι δεν εμφανίστηκε κατά τη συζήτηση και το δικαστήριο, εφόσον η συζήτηση γίνεται με δική του επιμέλεια, απορρίπτει την αγωγή, για ουσιαστικούς λόγους, με αποτέλεσμα, αν δεν θεραπευτεί με την καταβολή του δικαστικού ενσήμου κατά τη συζήτηση εφέσεως, να επέρχεται ουσιαστικό δεδικασμένο (ΑΠ 818/1994 Ελλ.Δ/νη 1997, 585, ΑΠ 804/1993 Ελλ.Δ/νη 1995, 133, ΕφΠειρ. 1392/1989 Ελλ.Δ/νη 28, 660, ΕφΑΘ. 7473/1987 Ελλ.Δ/νη 29, 1685, ΕφΑΘ. 5262/1983 ΝοΒ 1984, 307). Ας σημειωθεί ότι η διάταξη του άρθρου 272 παρ. 1 ΚΠολΔ, με την οποία καθιερώνεται το ως άνω σύστημα ειδικών συνεπειών της ερημοδικίας του ενάγοντος, όπως τροποποιήθηκε με τη διάταξη του άρθρου 30 του ν. 3994/2011 και ισχύει από τη δημοσίευση της στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης, ήτοι από 25 - 7 - 2011, καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς δίκες (άρθρα 72 παρ. 2 και 77 του ν. 3994/2011, βλ. σχετικά την ΠΠρΘεσσ. 25328/2013, ΝΟΜΟΣ), δηλ. δίκες επί αγωγών, οι οποίες ασκήθηκαν μεν πριν από την έναρξη ισχύος του ανωτέρω νόμου, αλλά, όμως, η συζήτηση τους λαμβάνει χώρα μετά την έναρξη ισχύος του (ΠΠρΘεσσ, 6152/2013, ΝΟΜΟΣ, βλ. Χ. Απαλλαγάκη, «Η διαγνωστική δίκη και η αναγκαστική εκτέλεση κατά τον ΚΠολΔ - συμπλήρωμα ερμηνείας του ΚΠολΔ μετά τις τροποποιήσεις του Ν. 3994/2011», 2011, σελ. 41). 
Επιπρόσθετα, πρέπει να επισημανθεί ότι η πλασματική αυτή ερημοδικία, που είχε αρχικά προβλεφθεί από το άρθρο 7 παρ. 1 του ν. δ. 1544/1942, εξακολουθεί να ισχύει και μετά την κατά τα ανωτέρω τροποποίηση από το άρθρο 30 του ν. 3994/2011 του άρθρου 272 παρ. 1 ΚΠολΔ, που ορίζει τα σχετικά με την ερημοδικία του ενάγοντος, διότι η συγκεκριμένη κύρωση του άρθρου 7 παρ. 1 του ν. δ, 1544/1942 δεν έχει θιγεί ως προς το συγκεκριμένο θέμα (πλασματική ερημοδικία του ενάγοντος) από τις διατάξεις του ν. 3994/2011, δεδομένου ότι από το νεότερο γενικό νόμο (ν. 3994/2011) δεν προκύπτει βούληση του νομοθέτη να καταργήσει τον παλαιότερο ειδικό νόμο (ν .δ. 1544/1942), που έχει, άλλωστε, διατηρηθεί σε ισχύ με το άρθρο 1 ΕισΝΚΠολΔ και δεν θεωρείται ασυμβίβαστος, λόγω της ειδικότητας του, προς το ισχύον σύστημα της ερημοδικίας και διατηρείται, συνεπώς, σε ισχύ (πρβλ. την ΜΠρΑθ. 2445/2013, δημοσιευθείσα στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών «Ισοκράτης» του ΔΣΑ, που έκρινε τα ίδια, σε σχέση με τη μη κατάργηση από τον προϊσχύσαντα ν. 2915/2001 των προβλεπόμενων από το άρθρο 7 παρ. 1 του ν. δ. 1544/1942 συνεπειών ερημοδικίας του ενάγοντος, σε περίπτωση μη καταβολής του δικαστικού ενσήμου). 
Εξάλλου, στην περίπτωση της ερημοδικίας του ενάγοντος (αντίθετα με τα ισχύοντα επί ερημοδικίας εναγόμενου), η αγωγή απορρίπτεται ως αβάσιμη, χωρίς να προηγηθεί έρευνα του παραδεκτού και του νομίμου, διότι η έρευνα της παράστασης των διαδίκων αποτελεί προϋπόθεση για την έρευνα της υπόθεσης και, για το λόγο αυτό, προηγείται της διερεύνησης της τελευταίας, ως προς το παραδεκτό και νόμιμο αυτής (πρβλ. ΕφΑΘ 11628/1995, ΑρχΝ 1996, 85, ΜΠρΡοδ. 35/2013, ΝΟΜΟΣ, ΠΠΑγρ 87/1991, ΑρχΝ 1991, 459, Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα - Μακρίδου. «Ερμηνεία ΚΠολΔ», 2000, σε άρ. 272, σελ. 563, για τις συνέπειες ερημοδικίας υπό το προϊσχύσαν δίκαιο, προ των μεταβολών που είχε επιφέρει ο ν. 2915/2001, συνέπειες ταυτόσημες με τις νυν ισχύουσες). Επομένως, σε συνέχεια των ανωτέρω, ο ενάγων πρέπει να δικαστεί ερήμην και η κρινόμενη αγωγή πρέπει να απορριφθεί, χωρίς να προηγηθεί έρευνα του παραδεκτού και του νομίμου της. 
Πρέπει, επίσης, να ορισθεί, σύμφωνα με τα ειδικότερα προβλεπόμενα στο διατακτικό της αποφάσεως, το προκαταβλητέο παράβολο ερημοδικίας, για την περίπτωση που ο ενάγων ασκήσει ανακοπή ερημοδικίας κατά της παρούσας αποφάσεως (άρθρα 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ). Τέλος, καθώς ο εφαρμοστέος κανόνας του άρθρου 21 παρ. 2 του ν. 4055/2012, αναφορικά με την υποχρέωση ή μη καταβολής τέλους δικαστικού ενσήμου για τις αγωγές που ασκήθηκαν ως καταψηφιστικές πριν την έναρξη ισχύος του ν. 3994/2011 και τράπηκαν ύστερα αναγνωριστικές, ήταν ιδιαίτερα δυσχερής και υπάρχει επ' αυτού του ζητήματος αντικρουόμενη νομολογία, τα δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφισθούν μεταξύ των διαδίκων κατ' άρθρο 179 ΚΠολΔ». (dsanet.gr)

Σχόλια

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Μισθώσεις: Η μονομερής εγκατάλειψη του μισθίου χωρίς καταγγελία και παράδοση των κλειδιών δεν επιφέρει λύση της μίσθωσης. Υποχρέωση καταβολής των μισθωμάτων έστω κι αν δεν γίνεται χρήση του μισθίου