Moν.Πρωτ.Αθ. 402/2014: Πλειστηριασμός ακινήτου πολλαπλάσιας
αξίας σε σχέση με την απαίτηση. Καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος
αναγκαστικής εκτέλεσης - παραβίαση αρχής αναλογικότητας, ακυρότητα εκτέλεσης.
«Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 281 ΑΚ, 116 και 933 του ΚΠολΔ, 20
παρ. 1 και 25 παρ. 3 του Συντάγματος συνάγεται ότι άσκηση ουσιαστικού
δικαιώματος, που ανήκει στο δημόσιο δίκαιο, αποτελεί και η μέσω αναγκαστικής εκτελέσεως
πραγμάτωση της απαίτησης του δανειστή. Επομένως, λόγο της ανακοπής του άρθρου
933 ΚΠολΔ, μπορεί να αποτελέσει και η αντίθεση της διαδικασίας της αναγκαστικής
εκτελέσεως στα αντικειμενικά όρια του άρθρου 281ΑΚ και η εντεύθεν ακυρότητα της
εκτελέσεως. Αν μεν, η αντίθεση αυτή αναφέρεται στην εγκυρότητα του ίδιου του
εκτελεστού τίτλου, συνιστά ουσιαστικό ελάττωμά του, με την επιδίωξη εκτελέσεως
δια τίτλου τυπικώς μεν έγκυρου, ο οποίος, όμως, επιτεύχθηκε αντιθέτως προς το
άρθρο 281 ΑΚ, ο δε σχετικός λόγος ανακοπής πρέπει να προβάλλεται μέσα στην
προθεσμία του άρθρου 934 παρ Ια ΚΠολΔ.
Αν η αντίθεση στα κριτήρια του άρθρου 281
ΑΚ αφορά στην απαίτηση ή στη διαδικασία της εκτελέσεως, ο λόγος της ανακοπής
πρέπει να προβάλλεται μέσα στην προθεσμία του άρθρου 934 παρ. 1β` ΚΠολΔ, δηλαδή
ως την έναρξη της τελευταίας πράξης εκτελέσεως, η οποία, προκειμένου περί
ικανοποιήσεως χρηματικών απαιτήσεων, είναι, κατά το άρθρο 934 παρ. 2 ΚΠολΔ, η
σύνταξη της εκθέσεως πλειστηριασμού και κατακυρώσεως. Αν, όμως, η αντίθεση στα
κριτήρια του 281 ΑΚ αφορά πρωτογενώς τη διενέργεια του πλειστηριασμού ο λόγος
ανακοπής πρέπει να προβάλλεται μέσα στην προθεσμία του άρθρου 934 § 1γ ΚΠολΔ
(ΟλΑΠ 12/2009, ΟλΑΠ 49/2005 ΕλλΔνη 2006, 80, ΑΠ 1248/2010, ΑΠ 340/2006 δημ.
ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 95/2006 ΕλλΔνη 2006, 475, ΑΠ 1107/2004 ΕλλΔνη 46,108, ΑΠ 916/2004
δημ. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 889/2003 ΕλλΔνη 45, 126, ΑΠ 69/2001 ΕλλΔνη 42, 916, ΑΠ 370/2001
ΝοΒ 50, 345, ΕφΘεσ 587/2009 δημ. ΝΟΜΟΣ). Κατά την έννοια των διατάξεων του
άρθρου 281 ΑΚ, για να θεωρηθεί η άσκηση του δικαιώματος, ως καταχρηστική, θα
πρέπει η προφανής υπέρβαση των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά
ήθη ή ο οικονομικός ή κοινωνικός σκοπός του δικαιώματος να προκύπτει από την
προηγηθείσα συμπεριφορά του δικαιούχου ή από την πραγματική κατάσταση που δημιουργήθηκε
ή τις περιστάσεις που μεσολάβησαν ή από άλλα περιστατικά, τα οποία, χωρίς κατά
νόμο να εμποδίζουν τη γέννηση ή να επάγονται την απόσβεση του δικαιώματος,
καθιστούν μη ανεκτή την άσκηση του κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις
του μέσου κοινωνικού ανθρώπου (ΟλΑΠ 1/1997. ΟλΑΠ 17/1995, ΟλΑΠ 62/1990, ΟλΑΠ
56/1990, ΑΠ 1248/2010 δημ. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 340/2006 δημ. ΝΟΜΟΣ, ΔΙΚΗ 2006, 1310, ΑΠ
205/2001 ΕλλΔνη 42. 1571, ΑΠ196/2001 ΕλλΔνη 42,, 1571, ΑΠ 409/2000 ΕλλΔνη 41,
1315, ΑΠ 1875/1999 ΕλλΔνη 41, 1316., ΑΠ 1084/1999 ΕλλΔνη 40, 1541, ΑΠ 971/1998
ΕλλΔνη 40, 278, ΑΠ 551/1998 ΕλλΔνη 39, 1296, ΑΠ 1250/1996 ΕΕΝ 1998, 296, ΑΠ
558/1995 ΕλλΔνη 1996, 591, ΕΕΝ 1996,457, ΝοΒ 1997,35).
(τνπ Nomos)
Σχόλια